Διερωτάμαι καμιά φορά κατά πόσον η Ευρώπη απλά μας ανακάτωσε ή αντιθέτως μας άνοιξε τα μάτια. Σίγουρα η μικρή μας Κύπρος ήταν πίσω στις εξελίξεις, αλλά δεν ήταν και τόσο χάλια... Και τον τουρισμό της είχε, και τα ναρκωτικά της είχε, και την οικονομία της είχε, και την εγκληματικότητά της είχε, και τα νοσοκομεία της είχε, και τους περιθωριοποιημένους της είχε, και τα υπουργεία της είχε, και τους ΜΚΟ της είχε, και οικογενειακούς δεσμούς είχε, και παιδεραστία είχε, και το ποδόσφαιρό της είχε, και τους πρωταθλητές της είχε, και, και, και, και... Μπορούσαμε και καλύτερα δηλαδή, αλλά σχετικά με όσα περάσαμε, καλά τα πηγαίναμε.
Ήρθε λοιπόν μια ωραία πρωία η Ευρώπη με τους επιστήμονες, τα συμβούλια και τις οδηγίες της και μας ζήτησε σε όλα εναρμόνιση. Για να μιλάμε σωστά, δεν ήρθε και τα ζήτησε όλα αυτά ξαφνικά, όχι. Το ξέραμε και το περιμέναμε πως θα συνέβαινε αυτό. Αλλά, η κουλτούρα της τελευταίας στιγμής, όπως πάντα, δεν επέτρεψε να προσχεδιάσουμε μακροχρόνιες στρατηγικές ή να προετοιμάσουμε το έδαφος για βιώσιμες αλλαγές. Και καταλήξαμε στο σήμερα με πολλά υποσχόμενα, εξωτερικά επιβεβλημένα προγράμματα που απευθύνονται σε μια σωρεία κοινωνικών προβλημάτων, τα οποία όμως δεν έχουν ούτε ουσιαστική συνεγασία, ούτε απόδοση, πνίγονται στην γραφειοκρατία και τελικώς εγκαταλείπονται, άλλα λόγω υποστελέγχωσης, άλλα λόγω έλλειψης ανταπόκρισης.
Υπάρχουν μεν επιτυχημένα προγράμματα, δεν λέω, και άξιοι λειτουργοί που συνεργάζονται άριστα με τους ευρωπαΐους συντονιστές. Έχουν όμως πολύ συγκεκριμένους σκοπούς και ομάδες στόχου και κατά κύριο λόγο, υπάγονται σε διάφορα υπουργεία, που σημαίνει ότι και πάλι είναι βραδυκίνητα, πάλι κινδυνεύουν από πολιτικές αστοχίες, πάλι παγιδεύονται στα ίδια πρόσωπα.
Τελικά σκέφτομαι αν υπαρχει σωτηρία... Ούτως ή αλλιώς, δεν πρόκειται να βρεθεί ποτέ το αλάνθαστο πρόγραμμα που καλύπτει τους πάντες ξεπερνώντας όλες τις πρακτικές δυσκολίες. Και η χρηματοδότηση είναι μόνιμο πρόβλημα, είτε πρόκειται για κρατικό πρόγραμμα, είτε ευρωπαϊκό, είτε κάποιας μη κυβερνητικής οργάνωσης. Η κοινωνία περνά σε δεύτερη μοίρα, μπροστά την τρομοκρατία του κεφαλαίου και η παραγωγή πιέζεται ανελέιτα και με οποιοδήποτε κόστος. Το ξέρουμε, όσο ευρωπαίοι κι αν το παίζουμε.
Ήρθε λοιπόν μια ωραία πρωία η Ευρώπη με τους επιστήμονες, τα συμβούλια και τις οδηγίες της και μας ζήτησε σε όλα εναρμόνιση. Για να μιλάμε σωστά, δεν ήρθε και τα ζήτησε όλα αυτά ξαφνικά, όχι. Το ξέραμε και το περιμέναμε πως θα συνέβαινε αυτό. Αλλά, η κουλτούρα της τελευταίας στιγμής, όπως πάντα, δεν επέτρεψε να προσχεδιάσουμε μακροχρόνιες στρατηγικές ή να προετοιμάσουμε το έδαφος για βιώσιμες αλλαγές. Και καταλήξαμε στο σήμερα με πολλά υποσχόμενα, εξωτερικά επιβεβλημένα προγράμματα που απευθύνονται σε μια σωρεία κοινωνικών προβλημάτων, τα οποία όμως δεν έχουν ούτε ουσιαστική συνεγασία, ούτε απόδοση, πνίγονται στην γραφειοκρατία και τελικώς εγκαταλείπονται, άλλα λόγω υποστελέγχωσης, άλλα λόγω έλλειψης ανταπόκρισης.
Υπάρχουν μεν επιτυχημένα προγράμματα, δεν λέω, και άξιοι λειτουργοί που συνεργάζονται άριστα με τους ευρωπαΐους συντονιστές. Έχουν όμως πολύ συγκεκριμένους σκοπούς και ομάδες στόχου και κατά κύριο λόγο, υπάγονται σε διάφορα υπουργεία, που σημαίνει ότι και πάλι είναι βραδυκίνητα, πάλι κινδυνεύουν από πολιτικές αστοχίες, πάλι παγιδεύονται στα ίδια πρόσωπα.
Τελικά σκέφτομαι αν υπαρχει σωτηρία... Ούτως ή αλλιώς, δεν πρόκειται να βρεθεί ποτέ το αλάνθαστο πρόγραμμα που καλύπτει τους πάντες ξεπερνώντας όλες τις πρακτικές δυσκολίες. Και η χρηματοδότηση είναι μόνιμο πρόβλημα, είτε πρόκειται για κρατικό πρόγραμμα, είτε ευρωπαϊκό, είτε κάποιας μη κυβερνητικής οργάνωσης. Η κοινωνία περνά σε δεύτερη μοίρα, μπροστά την τρομοκρατία του κεφαλαίου και η παραγωγή πιέζεται ανελέιτα και με οποιοδήποτε κόστος. Το ξέρουμε, όσο ευρωπαίοι κι αν το παίζουμε.